JP Morgan: Η Ελλάδα βγήκε από τη χαμένη δεκαετία

12/05/2022, 12:06
JP Morgan: Η Ελλάδα βγήκε από τη χαμένη δεκαετία

Ενθαρρυντικές, παρά τις συνεχιζόμενες αβεβαιότητες, χαρακτηρίζει η JP Morgan τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας – Αισιοδοξία για επενδυτική βαθμίδα και ανάπτυξη

Ενθαρρυντικές, παρά τις συνεχιζόμενες αβεβαιότητες, χαρακτηρίζει η JP Morgan τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. «Ίσως το πιο σημαντικό μήνυμα είναι ότι έπειτα από μία δεκαετή κρίση, η Ελλάδα έχει βγει με σιγουριά από την ‘χαμένη δεκαετία’ της», αναφέρει ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος στην πρόσφατη έκθεσή του για τις τράπεζες.

Η ανάκαμψη από την πανδημία υπήρξε ισχυρότερη από ό,τι αναμενόταν και αισθητά καλύτερη σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επισημαίνουν οι αναλυτές. Και προσθέτουν ότι περισσότερα από 200 νομοσχέδια που είχαν να κάνουν με τις μεταρρυθμίσεις πέρασαν από τη Βουλή από το καλοκαίρι του 2019, σε τομείς όπως η αγορά εργασίας, η φορολογία, το ασφαλιστικό, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, οι ιδιωτικοποιήσεις και το τραπεζικό σύστημα.

«Με αυτό το momentum, η κυβέρνηση παραμένει αφοσιωμένη στη φιλοδοξία της να επιτύχει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το 2023 και η πρόσφατη αναβάθμιση από την S&P τον Απρίλιο την έχει φέρει ένα σκαλοπάτι κάτω από αυτόν τον στόχο», επισημαίνουν οι αναλυτές.

Όπως επισημαίνει η JP Morgan, η ελληνική οικονομία πέτυχε ανάπτυξη 8,4% το 2021, αισθητά υψηλότερη από το 5,4% της Ευρωζώνης και κατάφερε να ανακτήσει σχεδόν όλο το χαμένο έδαφος του κορωνοϊού, παρότι τα τουριστικά έσοδα παρέμειναν περίπου 40% χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2019.

Οι δείκτες της δραστηριότητας ενισχύονται, το οικονομικό κλίμα έχει επιστρέψει στα προ-κρίσης υψηλά και κινείται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και το ποσοστό της ανεργίας, περίπου στο 13%, είναι το χαμηλότερο από το 2010.

Από την τελευταία επίσκεψή τους στην Αθήνα, στις αρχές Μαρτίου, λίγες ημέρες μετά την εισβολή στην Ουκρανία, οι αναλυτές της JP Morgan διαπίστωσαν ότι ο τόνος των αξιωματούχων του οικονομικού επιτελείου ήταν επιφυλακτικός, με δεδομένες τις αβεβαιότητες γύρω από τις δευτερογενείς επιπτώσεις (κυρίως μέσω του πληθωρισμού), όμως το μήνυμα ήταν αισιόδοξο. Με τη βοήθεια του momentum με το οποίο μπήκε στο 2022 η Ελλάδα, το σενάριο της αρνητικής ανάπτυξης θεωρείται απίθανο για φέτος και οι παράγοντες που δίνουν ώθηση στην οικονομία μακροπρόθεσμα είναι άθικτοι.

Όπως επισημαίνει η JP Morgan, η κυβέρνηση υποβάθμισε έκτοτε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του 2022 από το 4,5% στο 3,1%, που παραμένει υψηλότερη από το 2,8% που προβλέπει το consensus για την Ευρωζώνη φέτος. Μεσοπρόθεσμα, οι προβλέψεις χαρακτηρίζονται ενθαρρυντικές, στο 4,8% για το 2023, στο 3,5% για το 2024 και στο 3,3% για το 2025.

Το Ταμείο Ανάκαμψης

Οι αναλυτές του οίκου ενημερώθηκαν από τους αξιωματούχους ότι η υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Greece 2.0 προχωρά σύμφωνα με το πρόγραμμα. Και τονίζουν ότι το Greece 2.0 παραμένει ισχυρός παράγοντας ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία για τα επόμενα χρόνια, καθώς αναμένεται να προσθέσει επιπλέον 7 ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ έως το 2026.

Από τις συζητήσεις τους με τραπεζικούς επενδυτές, οι αναλυτές της JP Morgan εντόπισαν δύο βασικές επιφυλάξεις για το Ταμείο Ανάκαμψης. Η πρώτη έχει να κάνει με την απορροφητικότητα των κοινοτικών κονδυλίων και την ικανότητα της Ελλάδας να τα αξιοποιεί αποδοτικά, στην οποία οι αξιωματούχοι απάντησαν ότι το πρόγραμμα έχει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, που εφόσον δεν τηρούνται, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο «πάγωμα» των εκταμιεύσεων.

Η δεύτερη επιφύλαξη των επενδυτών είναι ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δεν έχει φέρει, μέχρι στιγμής, πραγματική αύξηση των δανείων στον τραπεζικό κλάδο. Όπως επισημαίνει η JP Morgan, η χρηματοδοτική δομή των projects είναι τέτοια ώστε το 40-50% παρέχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης ως δάνειο χαμηλού κόστους, το 30-40% δίνεται από τις τράπεζες και το υπόλοιπο 20% είναι η απαιτούμενη επένδυση κεφαλαίου του ιδιοκτήτη του project. Συνεπώς, και οι τέσσερις τράπεζες έχουν ανακοινώσει αισιόδοξους στόχους για τα δάνεια, όμως η JP Morgan επισημαίνει ότι ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης θα τονώσει τις προοπτικές δανεισμού των τραπεζών, η πραγματική επίδραση θα υπάρξει μέσω της γενικότερης ενίσχυσης της οικονομίας.