Τράπεζες: Προς το τέλος της μακροχρόνιας προσπάθειας εξυγίανσης
Μονοψήφιο ποσοστό, κάτω από το 10%, μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) στα τέλη του 2022, προβλέπουν τα πλάνα των συστημικών τραπεζών, με βάση τα οποία το στοκ των κόκκινων δανείων θα υποχωρήσει στα 16 με 18 δισ. ευρώ.
Μέχρι στιγμής, ο αντίκτυπος της πανδημίας στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών και στην ποιότητα του ενεργητικού ήταν περιορισμένος, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προειδοποιήσει ότι ο πλήρης αντίκτυπος μπορεί να μην είναι σαφής πριν από το 2022, όταν λήξουν οι εγγυήσεις του δημόσιου τομέα.
Όμως σταθερά πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης παρέμεινε το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο της εποπτείας της για το β΄ τρίμηνο της τρέχουσας χρονιάς.
Ειδικότερα τα κόκκινα δάνεια στη χώρα μας ανέρχονται στο 14,84% επί του συνόλου των δανείων, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη υποχώρησε στο 2,32% (από 2,54% το προηγούμενο τρίμηνο).
Η BofA εκτιμά ότι οι περισσότερες ελληνικές τράπεζες θα επιδείξουν μονοψήφιους δείκτες NPEs μέχρι το 2022, γεγονός που αποτελεί επίτευγμα, δεδομένου του σημείου εκκίνησης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Bank of America για την Alpha Bank ο στόχος για τον δείκτη NPE είναι στο 13% το 2021 και στο 7% το 2022. Μετά την ολοκλήρωση του Galaxy (10,8 δισ. ευρώ), η Alpha σχεδιάζει να πουλήσει NPE ύψους 8,1 δισ. ευρώ με στόχο την επίτευξη του στόχου NPE 13% το 2021 και 7% στο 2022.
Σε ό,τι αφορά την Eurobank, ο δείκτης NPE τοποθετείται στο 7,3% μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής Mexico (η οποία αναμένεται έως το τέλος του έτους).
Στην Εθνική Τράπεζα στόχος είναι τα κόκκινα δάνεια να οδηγηθούν στο 7% το 2022.
Τέλος, το σχέδιο μείωσης των NPEs της Τράπεζας Πειραιώς είναι σε καλό δρόμο, με τον δείκτη NPE να αγγίζει μονοψήφια επίπεδα της τάξης του 9% έως τις αρχές του 2022. Η μείωση των NPEs τους πρώτους έξι μήνες του έτους έφτασε τα 13,5 δισ. ευρώ, από τις συναλλαγές Phoenix, Vega και Sunrise 1, καθώς και από τις οργανικές ροές.
Την ίδια ώρα οι τραπεζικές καταθέσεις του μη χρηματοπιστωτικού ιδιωτικού τομέα συνεχίζουν να αυξάνονται και ανέρχονται σε 173,1 δισ. ευρώ (στοιχεία Αυγούστου 2021), σχεδόν 30 δισ. ευρώ υψηλότερα από την αρχή της υγειονομικής κρίσης.
Μετατόπιση του ενδιαφέροντος στα δάνεια
Η Morgan Stanley εκτιμά ότι πλέον το επίκεντρο του ενδιαφέροντος για τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μετατοπίζεται στην πορεία των δανείων.
Μετά από μια δεκαετία απομόχλευσης, ο αμερικανικός οίκος επισημαίνει ότι βλέπει τις ελληνικές τράπεζες να βρίσκονται στο μεταίχμιο μιας πιθανής καμπής για την αύξηση των δανείων, που θα οδηγηθεί από τα ευρωπαϊκά ταμεία ανάκαμψης.
Οι εκτιμήσεις της για περίπου 6,5-8,5 δισ. ευρώ της επέκτασης της αύξησης των εξυπηρετούμενων δανείων το 2020-2024 είναι συντηρητικές σε σχέση με τους στόχους των τραπεζών (περίπου 10 δισ. ευρώ).
Θετική απέναντι στις ελληνικές τράπεζες δηλώνει η Bank of America και τονίζει ότι ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος εστιάζει στη μείωση του ρίσκου, κάτι που σύμφωνα με την BofA δεν αρκεί για να «απελευθερωθεί» αξία, καθώς απαιτείται επίσης αύξηση των δανείων και των υπό διαχείριση assets.
Εκτιμάται ότι το σύνολο του τραπεζικού συστήματος θα πετύχει πιστωτική επέκταση 8-10 δισ. περίπου τα αμέσως επόμενα χρόνια. Με την πρόσβασή του στις διεθνείς αγορές, το τραπεζικό σύστημα θα έχει όση ρευστότητα χρειαστεί η οικονομία.
Τις επόμενες ημέρες οι εμπορικές τράπεζες θα συνυπογράψουν συμφωνίες με το Ελληνικό Δημόσιο για το πόσα δάνεια θα δίνουν και πώς θα τα κατευθύνουν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το Ελληνικό Δημόσιο θα εισφέρει έως 12,7 δισ. ευρώ, με τον όρο ότι και οι τράπεζες αντίστοιχα θα καταβάλουν τουλάχιστον 7,6 δισ. ευρώ επιπλέον ως δάνεια (συνολικά 20,3 δισ. τράπεζες και Δημόσιο).