Τα σχέδια του Γιώργου Στάσση για την επόμενη μέρα της ΔΕΗ

Τα σχέδια του Γιώργου Στάσση για την επόμενη μέρα της ΔΕΗ

«Γκάζι» στην ενεργειακή μετάβαση, διανομή μερίσματος από το 2024 και αναπροσαρμογή στόχου ΕBITDA 1,2 δισ. από 1,1 δισ. για το 2023

Στον ενεργειακό μετασχηματισμό της θα συνεχίσει να επενδύει η ΔΕΗ, προγραμματίζοντας την ανάπτυξη ενός ισχυρού χαρτοφυλακίου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας που θα φτάσει τα 5 GW έως το τέλος του 2026 και θα μετατρέψει την επιχείρηση σε ένα πράσινο utility.

Η ΔΕΗ δεν μοιάζει σε τίποτα με την εταιρεία του 2019 που πάλευε να εγκαταστήσει 100 ΜW σε ΑΠΕ, ξεπερνώντας πλέον τα μεγάλα χαρτοφυλάκια των ιδιωτών επενδυτών που κάποτε μόνο από μακριά μπορούσε να αντικρίσει.

«Μετά από ένα έτος γεμάτο προκλήσεις συνεχίζουμε αποφασιστικά την υλοποίηση του πλάνου μετασχηματισμού της ΔΕΗ με επενδύσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, με απώτερο στόχο την μετατροπή της σε κορυφαία εταιρεία καθαρής ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη», σχολίασε χθες ο διευθύνων σύμβουλος κ. Γιώργος Στάσσης.

Όπως είπε τα αποτελέσματα του α΄ τριμήνου επιβεβαιώνουν την θετική πορεία ανάπτυξης στην οποία έχει εισέλθει η ΔΕΗ και θέτουν τις βάσεις για την επιστροφή στην διανομή μερισμάτων, αρχής γενομένης από το 2024 με βάση την κερδοφορία της τρέχουσας χρήσης.

Για το σύνολο μάλιστα του έτους, προχώρησε σε αναπροσαρμογή της πρόβλεψης λέγοντας ότι η επιχείρηση θα υπερβεί τον αρχικό στόχο που είχε θέσει για επαναλαμβανόμενο EBITDA ύψους 1,1 δισ και θα προσεγγίσει το 1,2 δισ.

Η αλλαγή πορείας της Επιχείρησης αντανακλάται και στα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου όπου η ΔΕΗ παρουσίασε επαναλαμβανόμενα EBITDA 280,5 εκ, ευρώ (από 170 εκ.ευρώ) και καθαρά κέρδη 51,1 εκ.. ευρώ έναντι ζημιών 185,7 εκ. ευρώ.

Ισχυρό χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ

Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα του α΄τριμήνου, η διοίκηση ανέφερε ότι προχώρησε σε αύξηση των υπό κατασκευή έργων ΑΠΕ σε 1GW (970 ΜW) και ότι σήμερα πάνω από 600MW βρίσκονται σε λειτουργία είτε έχουν κατασκευαστεί. Η συνολική ισχύς του 1,6 G αντιστοιχεί στο 30% του στόχου που έχει θέσει για το 2026. Αξιοσημείωτο είναι ότι από το συνολικό pipeline της ΔΕΗ, εξασφαλισμένη αδειοδότηση διαθέτουν πάνω από 4GW.

Η εταιρεία ξεκίνησε ήδη να κατασκευάζει το μεγάλο φωτοβολταϊκό πάρκο των 550MW στην Πτολεμαϊδα.

Μέχρι τα τέλη του χρόνου η Επιχείρηση θα έχει προσθέσει στο χαρτοφυλάκιο 210 MW αιολικών και μικρών υδροηλεκτρικών στην Δυτική Μακεδονία. Μέσα σε αυτά είναι και το αιολικό πάρκο «Δούκας Κουκούλι» που απέκτησε με την εξαγορά του χαρτοφυλακίου της Volterra. Από το 2025 και 2026 θα προστεθούν και τα έργα αποθήκευσης συνολικής δυναμικότητας 700MW αλλά και έργα βιομάζας και γεωθερμίας.

Παρουσιάζοντας αργότερα τα αποτελέσματα της Επιχείρησης στους αναλυτές ο κ. Στάσσης, ερωτηθείς για την θετική πορεία της λειτουργικής κερδοφορίας εξήγησε ότι ήταν αποτέλεσμα που προήλθε από όλα τα business unit της εταιρείας ήτοι την παραγωγή, την προμήθεια, τις ΑΠΕ αλλά και από την μείωση που παρατηρήθηκε στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο ρόλος του λιγνίτη

Για το 2023 η παραγωγή λιγνίτη σύμφωνα με τον κ. Στάσση θα παραμείνει στα επίπεδα του 2022 για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού. Η νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαίδα 5 αναμένεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία το γ΄τρίμηνο του 2023. Σήμερα, παραμένει σε δοκιμαστική λειτουργία. Η διοίκηση της ΔΕΗ επανέλαβε στους αναλυτές ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στην στρατηγική εξόδου από το λιγνίτη. Ωστόσο επισήμανε ότι θα μεσολαβήσει μια εκτιμώμενη καθυστέρηση 1 έως 2 ετών στο σβήσιμο των μονάδων ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης. Σε ότι αφορά την μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος, η ΔΕΗ όπως είπε κατάφερε να περιορίσει κατά 57% της εκπομπές ρύπων με έτος αναφοράς το 2019.

Οι συνολικές επενδύσεις της επιχείρησης το α’ τρίμηνο του 2023 σχεδόν διπλασιάστηκαν και διαμορφώθηκαν σε 195,5 εκατ..
Μεγάλο μέρος της αύξησης οφείλεται στις αυξημένες επενδύσεις σε έργα για το δίκτυο διανομής (ΔΕΔΔΗΕ), έργα ΑΠΕ καθώς και στη νέα μονάδα φυσικού αερίου 840 MW στην Αλεξανδρούπολη.

Χρέος

Στις 31 Μαρτίου το καθαρό χρέος της ΔΕΗ ξεπερνούσε 2 δισ. και ήταν αυξημένο κατά 642,3 εκατ. σε σχέση με πέρσι. Ο κυριότερος λόγος είναι η επίπτωση από το αρνητικό κεφάλαιο κίνησης, το οποίο επηρεάστηκε από την πληρωμή για τα δικαιώματα εκπομπών CO2 και τη συμμόρφωση του έτους 2022.