Ο «στενός κορσές» της μεταμνημονιακής εποπτείας
Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια η Ελλάδα βγαίνει από το καθεστώς των μνημονίων και εισέρχεται σε μία νέα περίοδο. Μέχρι πρόσφατα η χρηματοδότηση από τις αγορές δεν ήταν εφικτή και έπρεπε αναγκαστικά να στηριζόμαστε χρηματοδοτικά από τους επίσημους πιστωτές μας. Τώρα, όμως, το μεγάλο στοίχημα είναι η επιστροφή της οικονομίας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου με βιώσιμους όρους μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Αυτό, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά, απαιτεί την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Και σύμφωνα με την ΤτΕ μια βασική προϋπόθεση για την επιτυχή επιστροφή στις αγορές μετά το πέρας του προγράμματος αποτελεί η διασφάλιση ότι οι μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου είναι διαχειρίσιμες. Αυτό επιτεύχθηκε με τις αποφάσεις που ελήφθησαν στο Eurogroup στις 21 Ιουνίου 2018 και τη δημιουργία του «μαξιλαριού ασφαλείας».
Από εκεί και πέρα, στην ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης είναι βέβαιο ότι θα συμβάλλει και το πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας. Οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί» μαζί με το ΔΝΤ θα αξιολογούν εντατικά τις εξελίξεις στον δημοσιονομικό τομέα και στις μεταρρυθμίσεις Διότι μην έχετε καμμία αμφιβολία. Μπορεί να βγαίνουμε από το καθεστώς των μνημονίων, μπορεί η χώρα να αποκτά μία σχετική ευελιξία σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική, αλλά για μία μακρά περίοδο οι δανειστές θα εξακολουθούν σε έναν βαθμό να καθορίζουν σημαντικά ζητήματα που αφορούν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και το δημοσιονομικό πλαίσιο.
Όπως άλλωστε τονίζει με έμφαση η ΤτΕ το πλαίσιο ενισχυμένης εποπτείας σε συνδυασμό με τη διατήρηση της αιρεσιμότητας για ένα μέρος της ελάφρυνσης χρέους που αποφασίστηκε θα μειώσει την αβεβαιότητα σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Αυτό το πλαίσιο εποπτείας, ως εξωτερικός μηχανισμός ενίσχυσης του συντονισμού των οικονομικών και άλλων πολιτικών και ελέγχου της υλοποίησης και των αποτελεσμάτων τους, θα συνεχιστεί μεν στο άμεσο μέλλον, θα εκλείψει όμως σε βάθος χρόνου. Συνεπώς, κατά την ΤτΕ εναπόκειται στην ελληνική κυβέρνηση και γενικότερα στην ελληνική πολιτεία να διασφαλίσει ότι ο αυστηρός αυτός επιτόπιος έλεγχος εκ μέρους των «θεσμών», π.χ. μέσω των τεχνικών κλιμακίων, θα υποκατασταθεί σταδιακά από την καλύτερη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και τη στενότερη συνεργασία των συναρμόδιων υπηρεσιών. Επιπλέον, ο συνολικότερος και καλύτερος συντονισμός των πολιτικών απαιτεί αυστηρό κεντρικό-κυβερνητικό έλεγχο των ασκούμενων πολιτικών και μεταρρυθμίσεων και συντονισμό των υπουργείων.