Συναγερμός διαρκείας… γιατί η κρίση δεν τελείωσε

02/08/2020, 22:18
DIETHNI

Οι ανακοινώσεις του Ιμπραήμ Καλίν το πρωί της περασμένης Τρίτης στο CNN Turk περί αναστολής των σεισμικών ερευνών στην περιοχή νότια και ανατολικά του Καστελόριζου έγινε δεκτή από την Αθήνα με τυμπανοκρουσίες. Μονάχα που ο Ιμπραήμ Καλίν έθεσε μια βασική προϋπόθεση που ο Έλληνας κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν φαίνεται πως έλαβε σοβαρά υπ’ όψιν: η Τουρκία είναι διατεθειμένη να αποκλιμακώσει αν πραγματοποιηθεί μια εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση Αθήνας και Άγκυρας για τα ζητήματα που χωρίζουν τις δύο χώρες.





Του Κυριάκου Δημάγγελου





Τα λόγια του Καλίν μπορεί να καθησύχασαν την κυβέρνηση, ωστόσο για τον ελληνικό στρατό η κατάσταση παραμένει τεταμένη και τα σενάρια, που έχουν μελετηθεί εδώ και καιρό για την αντιμετώπιση μιας ενδεχόμενης κρίσης, είναι ακόμα ενεργοποιημένα. Σύμφωνα, μάλιστα, με πηγές από το ελληνικό Πεντάγωνο «ο κίνδυνος της αναζωπύρωσης της έντασης είναι ακόμα εδώ, καθώς οι προκλήσεις της Τουρκίας αναμένεται να συνεχιστούν τουλάχιστον ως τα μέσα του Σεπτέμβρη».





Όπως μάλιστα μετέφερε και υψηλόβαθμο στέλεχος των ενόπλων δυνάμεων με μακρά εμπειρία στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών κρίσεων «ο Ερντογάν έφυγε… αλλά θα επιστρέψει» και μάλιστα η επιστροφή του θα είναι ακόμα πιο δυναμική και δύσκολη.





Η αναδιαμόρφωση του ελληνοτουρκικού χάρτη





Οι πληροφορίες από το Γ.Ε.ΕΘ.Α. ταιριάζουν απόλυτα με τις αναλύσεις πολλών ειδικών στα ζητήματα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, οι οποίοι υπογραμμίζουν πως «οι ελληνο-τουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε οριακό σημείο».





«Ο κίνδυνος δεν είναι πλέον το ξέσπασμα ενός θερμού επεισοδίου, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στην πρόσφατη –και τεταμένη– ιστορία των δύο χωρών, αλλά η αναδιαμόρφωση του ελληνο - τουρκικού χάρτη», αναφέρουν με νόημα οι γνωρίζοντες.





Πράγματι, για τον Ερντογάν η συνθήκη της Λωζάννης είναι περιοριστική. Για αυτόν τον λόγο και μέσω της χρήσης ισχύος, επιχειρεί να αλλάξει το status quo της περιοχής, ληστεύοντας εδάφη γειτονικών και καταστρατηγώντας τα κυριαρχικά δικαιώματά τους.





Όλα τα παραπάνω, αλλά κυρίως τα πεπραγμένα των Τούρκων σε Συρία, Ιράκ, και Λιβύη συνηγορούν ακριβώς στο ίδιο συμπέρασμα, πως δηλαδή ο Ερντογάν έφυγε αλλά θα επιστρέψει για να πετύχει αυτό που θεωρεί πως δικαιούται η Τουρκία.





Ο πόλεμος των τριών μετώπων





Στην Ελλάδα συνηθίζουμε να παρουσιάζουμε τον Τούρκο Πρόεδρο ως έναν τυχοδιώκτη πολιτικό, ο οποίος κινείται κόντρα στους κανόνες του διεθνούς δικαίου και για αυτόν τον λόγο τείνουμε να πιστεύουμε πως κάθε φορά ο Ερντογάν οδηγείται στο μοιραίο λάθος του.





Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Ο Ερντογάν είναι ένας σκληρός σκακιστής που μελετάει την κάθε του κίνηση, συνυπολογίζει τις αντιδράσεις των μεγάλων δυνάμεων, και επιχειρεί κάθε φορά να προσδώσει επίφαση νομιμότητας στις κινήσεις του.





Η πολεμική τακτική του Ερντογάν κινείται σε τρία επίπεδα:





- Ψυχολογικές πιέσεις προς την Αθήνα, με δηλώσεις υψηλόβαθμων στελεχών του τουρκικού κράτους για πολεμική σύρραξη ανάμεσα στις δύο χώρες.





- Επιχειρήσεις μικρής κλίμακος είτε στον Έβρο είτε στον Αιγαίο που επιχειρούν να προκαλέσουν νευρικότητα στην Αθήνα.





- Διαρκή καλέσματα προς την Αθήνα για εφ’ όλης της ύλης διάλογο.





Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν ακολουθεί μια στρατηγική «καρότου και μαστίγιου» η οποία στοχεύει στην διαρκή εγρήγορση της Αθήνας που αργά η γρήγορα θα την οδηγήσει σε εξόντωση και στο τέλος θα τη σύρει σε ένα διάλογο δίχως όρους. Έτσι εξηγείται γιατί από την μια ο Ακάρ μας απειλεί με πόλεμο ενώ από την άλλη ο Ιμπραήμ Καλίν μας καλεί σε διάλογο.





Η εκκωφαντική σιωπή των συμμάχων… και ο ρόλος της Γαλλίας





Αν κάτι αποδείχτηκε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κρίσης στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, είναι αυτό που ο αρχηγός του Γ.Ε.ΕΘ.Α. Κωνσταντίνος Φλώρος έχει επισημάνει πολλές φορές στο παρελθόν, πως δηλαδή «η Ελλάδα σε ένα ενδεχόμενο πολέμου με την Τουρκία θα βασιστεί στις δυνάμεις της»… ή αλλιώς πως όταν ανοίξει η πόρτα του φρενοκομείου κανένας άλλος δεν θα μπει μαζί μας.





Οι σύμμαχοί μας φάνηκε για ακόμα μία φορά πως δεν είναι διατεθειμένοι να υπερασπιστούν την Ελλάδα έναντι των τουρκικών προκλήσεων. Οι ΗΠΑ εξέδωσαν μια ανακοίνωση η οποία έκανε λόγο για «αμφισβητούμενα ύδατα», το Ισραήλ σιώπησε, η Αίγυπτος ανέμενε τις εξελίξεις, ενώ η Γερμανία επιχείρησε να κατευνάσει την Τουρκία μέσω ενός τηλεφωνήματος της καγκελαρίου στον Τούρκο σουλτάνο.





Η μόνη χώρα που στην πραγματικότητα πήγε να βάλει πλάτη στην Ελλάδα ήταν η Γαλλία. Ωστόσο, η αμυντική συμφωνία που το Παρίσι μας πρότεινε –παρέα φυσικά με τις γαλλικές φρεγάτες– μας φάνηκαν ακριβές… και έτσι το καλό κλίμα μεταξύ των δύο χωρών κάπου στράβωσε.





Η εικονική πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών σχέσεων





Διαχρονικά, όλες οι κυβερνήσεις – δεξιές ή αριστερές– επιχειρούν να παρουσιάσουν τις πολιτικές εξελίξεις με τέτοιο τρόπο ώστε να «κερδίζουν πόντους» και να βγαίνουν κερδισμένες στα μάτια της κοινής γνώμης. Η πρακτική αυτή είναι διάχυτη, διαδεδομένη και πλέον de facto αποδεκτή από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Στην περίπτωση, όμως, της εξωτερικής πολιτικής, των διεθνών σχέσεων της χώρας και ειδικότερα στην αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων, η επικοινωνιακή εκμετάλλευση γεγονότων πέρα από μη αποδεκτή είναι και άκρως επικίνδυνη.





Δυστυχώς, την παραπάνω διαπίστωση φαίνεται πως δεν την αποδέχονται πολλά στελέχη της σημερινής κυβέρνησης, τα οποία μιλώντας για την τουρκική προκλητικότητα και τις απειλές που αυτή θέτει για την χώρα μας, προτιμούν να κάνουν το «άσπρο…μαύρο», παρά να θέσουν επί τάπητος τα πραγματικά δεδομένων.





Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της τάσης είναι η πρόσφατη δήλωση του βουλευτή της Ν.Δ. Γιάννη Μπούγα, ο οποίος ανέφερε πως «στο Αιγαίο αιφνιδιάσαμε τον Ερντογάν», οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του ίδιου του πρωθυπουργού περί «απομονωμένου Ταγίπ Ερντογάν», ή οι δηλώσεις πολλών κυβερνητικών στελεχών που παρουσίαζαν την παρέμβαση του State Department, η οποία έκανε λόγο για αμφισβητούμενα νερά, ως υπερασπιστική για τις ελληνικές θέσεις.





Πέρα όμως από τα κυβερνητικά στελέχη, πάσχει και η ίδια η ενημέρωση. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν δημοσιεύματα εφημερίδων που παρουσίαζαν την απόφαση της Κομισιόν να συζητήσει τα της Τουρκίας τον Σεπτέμβριο ως ράπισμα στον Ερντογάν ή πως αλλιώς θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει τις αναλύσεις επί αναλύσεων που κάνουν λόγο για αποδυναμωμένο Ερντογάν.